Περπάτησε ο χρόνος στις αυλακές που ο ίδιος χάραξε
Πορεία ζωής νεφελωμένη απ΄της ανέχειας τη στέρηση
Μα απ΄της υπομονής και στωικότητας το αγαθό στεφανωμένη.
Ήρεμη ματιά που φανερώνει της ψυχής το πρόσωπο
Σκορπά τη γλύκα του φωτός γαληνεμένων σκέψεων
Συνειδητά περιφρονώντας την οργή.
Περπάτησε ο χρόνος στις αυλακές που ο ίδιος χάραξε
Ανελέητα παραμερίζοντας τη δύναμη της νιότης
Που ανήμπορη δραπέτευσε απ΄του κορμιού την κάθε αίσθηση
Καθώς η νιότη υποχώρησε στου γήρατος τα πάθη
Του νικητή την έπαρση βγήκε να καμαρώσει ο χρόνος
Δίχως τα κέρδη της αρετής και ωριμότητας να λογαριάσει
Με το νου στην καθιέρωση και τον εορτασμό της πρώτης του Οκτώβρη στην Τρίτη Ηλικία, στους ηλικιωμένους, στα γηρατειά , αφήνω τις παραπάνω σκέψεις μου ως ελάχιστη αναφορά. Μεγάλο το κεφάλαιο , που κρύβει βαθιά συναισθήματα μεγάλης συμπάθειας προς του ανθρώπου το γήρας. Το άλλοτε ευλογημένο και άλλοτε βασανισμένο. Το ιδιατέρως, ευαίσθητο, ευάλωτο και πολλές φορές δικαίως ή αδίκως παραπονεμένο.
Μαριάνθη Βάμβουρα-Γιάνναρου